Κυριακή 22 Ιουλίου 2012

Η Νορβηγία και όλη η γη ΔΕΝ ΞΕΧΝΟΥΝ

Μια φωτογραφία που κυκλοφόρησε στο διαδίκτυο με αφορμή τη συμπλήρωση του ενός χρόνου από τη μέρα που ο ακροδεξιός εξτρεμιστής Μπέρινγκ Μπρέιβικ σκότωσε 69 ανθρώπους σε μικρό νησί στο Νορβηγία.
Γιατί τη βία δεν πρέπει να τη λησμονούμε από όπου κι αν προέρχεται.

Το φτωχό όνειρο του Παλαιστίνιου Μιλιούτ


Της Χρυσαλίδας
Ο Μιλιούτ είναι Παλαιστίνιος. Ένα παλικαράκι μελαψό γύρω στα 25. Τα μάτια του είναι θλιμμένα. Τον έβλεπα όλες τις μέρες που έκανε μεροκάματο στις ελιές. Δούλευε πολύ, αλλά γελούσε λίγο. Πολύ λίγο.
Προσπάθησα να του πιάσω την κουβέντα. Οι λίγες φράσεις που μου είπε με σπαστά ελληνικά, με έκαναν να καταλάβω γιατί στα μάτια του είχε εγκατασταθεί η θλίψη.
Ο Μιλιούτ ζούσε με τους γονείς του, μέχρι πριν από 7 χρόνια που αυτοί σκοτώθηκαν στον πόλεμο. Δεν είχε αδέλφια. Πήρε το δρόμο της προσφυγιάς, προσπαθώντας να σώσει κι αυτός τη ζωή του. Περπάτησε πολύ, κινδύνεψε πολύ, πλήρωσε ό,τι είχε και δεν είχε για να φτάσει ως τη χώρα μας.
Έζησε πρώτα στην Αθήνα. Τότε, είπε, τα πράγματα ήταν καλά. Αλλά μετά δεν είχε μεροκάματο. Και οι συνθήκες ήταν πολύ άσχημες. Έφυγε και ήρθε στην Κρήτη. Όταν έλεγε αυτό τα μάτια του έλαμψαν: «Εδώ βρίσκω κανένα μεροκάματο ακόμα, έχω φαγητό και οι άνθρωποι είναι καλοί μαζί μου».
Τον ρώτησα για τα όνειρά του. Αν ονειρεύεται να γυρίσει μία μέρα στην πατρίδα του. Τα μάτια του σκοτείνιασαν ξανά. «Όχι. Σε ποια πατρίδα;», απάντησε. Μου είπε ότι θέλει να μείνει εδώ, να παντρευτεί και να κάνει παιδιά. Τότε λέει θα είναι ευτυχισμένος. Σας φάνηκε φτωχό το όνειρό του; Για κάποιους ανθρώπους η ίδια η επιβίωση είναι όνειρο.
Σε δύο ώρες θα σκοτείνιαζε. Κι ο Μιλιούτ περίμενε πώς και πώς να πέσει ο ήλιος για να πιει νερό. Βλέπετε, είναι μουσουλμάνος κι εκείνη τη μέρα είχαν νηστεία.

Γράφτηκε στις 10 Ιανουαρίου 2011

Όνειρα νέων, απλά και καθημερινά


Της Χρυσαλίδας
Τα όνειρα των νέων ανθρώπων είναι απλά και καθημερινά. Μια δουλειά, ένα σπίτι, τα απαραίτητα για μια άνετη ζωή.Όσο απλά όμως κι αν ακούγονται αυτά, απλοϊκά ίσως γιατί δεν διαθέτουν καμία διάσταση έξω από τον υλισμό, τόσο δύσκολη είναι η κατάκτησή τους.
Βλέπετε σε μια κοινωνία όπου το αυτονόητο όπως είναι μια δουλειά κι ένας μισθός, έγινε όνειρο ζωής και τα περιθώρια είναι εξαιρετικά στενά. Ωστόσο όλα στη ζωή έχουν δύο όψεις. Η μια όψη είναι η οικονομική κρίση και τα προβλήματα που αυτή δημιουργεί στην καθημερινότητα των ανθρώπων.
Η άλλη είναι ότι μάθαμε πλέον στην προχειρότητα και στους ταχείς ρυθμούς της ζωής. Οι άνθρωποι κουράζονται πολύ για να αποκτήσουν γνώσεις και πτυχία. Την ίδια ώρα βήμα βήμα χάνουν τη χαρά της μάθησης, την έμπνευση και τη δημιουργία. Εκείνη τη γνώση που δίνει στον άνθρωπο δύναμη, του ανοίγει ορίζοντες και του γεμίζει εκτός από το μυαλό και την ψυχή.
Αλλά πού να προλάβει ο νέος άνθρωπος να σκεφτεί τέτοια πράγματα, ψιλά γράμματα βλέπετε, όταν από τη νηπιακή του σχεδόν ηλικία τρέχει να συσσωρεύει γνώσεις και πτυχία πολλές φορές χωρίς αντίκρισμα; Όταν δεν υπάρχει δουλειά, όταν δεν έχει εξασφαλιστεί αξιοπρεπής διαβίωση και όταν ένας άνθρωπος λιώνει σόλες να υποβάλει αιτήσεις, να γυρίζει γραφεία και να συμμετάσχει σε όλες τις προκηρύξεις και τους διαγωνισμούς τους Δημοσίου;
Τα όνειρα για να ζήσουν θέλουν στέγη, φαγητό και ζεστασιά. Κι αυτά στις μέρες μας είναι τα δύσκολα πράγματα στην κοινωνία που ζούμε.

Γράφτηκε στις 8 Ιανουαρίου 2011

Η Ελένη και η θετική της ενέργεια


Της Χρυσαλίδας
Σ' αυτή τη ζωή υπάρχουν και ευχάριστες ειδήσεις. Υπάρχουν και χαρούμενοι άνθρωποι που μεταδίδουν θετική ενέργεια στους γύρω τους. Αυτά σκεφτόμουν χθες το μεσημέρι όταν συνάντησα μία παλιά συμμαθήτρια.
Ένα γλυκό κορίτσι, που γνώρισα αμέσως λες και φορούσε ακόμα την ποδιά του σχολείου και την άσπρη κορδελίτσα στα μαλλιά.
Η Ελένη ήταν ίδια. Μπορεί να βάρυνε, μπορεί τα χρόνια να πέρασαν από πάνω της, αυτό που δεν άλλαξε ήταν η παιδιάστικη διάθεσή της, το πλατύ της χαμόγελο και η όρεξη για ζωή. Δεν ήταν μόνη της η Ελένη. Ήταν με τα παιδιά της. Και μη φανταστείτε ένα ή δύο, πέντε ήταν, ζωή να 'χουν. Καθίσαμε για έναν καφέ. Τα παιδιά, παιδιά είναι, είχαν τους δικούς τους ρυθμούς. Το ένα γκρίνιαζε, το άλλο έκλαιγε, το άλλο ήθελε αυτό που είχε το αδερφάκι του.
Η Ελένη τα προλάβαινε όλα. Μου είπε τα νέα της, άκουσε τα δικά μου, ήπιε τον καφέ της και ταυτόχρονα ρύθμιζε τα των παιδιών της. Και μη φανταστείτε ότι είναι και καμιά αργόσχολη. Είναι μία μάνα εργαζόμενη, πολύτεκνη αλλά ζωντανή. Η ίδια μου το εξήγησε λέγοντας πως τι κι αν δε φτάνουν τα λεφτά, τι κι αν τα παιδιά κάνουν φασαρία, δεν βαριέσαι, την υγειά μας να 'χουμε.
Λίγο αργότερα, μπήκαν στη σειρά κι έφυγαν όλοι χαμογελαστοί. Κι εγώ πίσω τους σκεφτόμουν: «Το να 'χεις την υγειά σου τελικά, φτάνει και περισσεύει».

Γράφτηκε στις 7 Ιανουαρίου 2011

Περιμένοντας τα παιδιά των εξωγήινων


Της Χρυσαλίδας
Όταν ήμουν παιδί σκεφτόμουν συχνά τους εξωγήινους. Διαβάζοντας και τα ανάλογα βιβλία, είχα πειστεί πως σίγουρα υπάρχουν. Τους φανταζόμουν, τους έβλεπα μπροστά μου ως όντα φιλικά σε μένα,
που θα μπορούσα να παίξω με τα παιδιά τους και οι γονείς μου να πιουν καφέ με τους ίδιους.
Τα χρόνια πέρασαν. Πολλά είδαμε και πολλά ακούσαμε για εξωγήινους πολιτισμούς και ζωή σε άλλους πλανήτες. Οι άνθρωποι σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης συνεχίζουν να μιλούν για τα ufo που έχουν δει. Οι επιστήμονες συχνά-πυκνά κάνουν ανακοινώσεις για ζωές σε άλλους πλανήτες.
Μπορεί να μη στέκει και πολύ στη λογική που απέκτησα με τα χρόνια, αλλά όταν τα βράδια ατενίζω τον έναστρο ουρανό με τη μεγαλοπρέπεια και το δέος που μου προκαλεί, λέω δεν μπορεί. Δε μπορεί σε όλο αυτό το σύμπαν να ζούμε μόνο εμείς. Κι αν συμβαίνει τελικά, η μοναξιά μας πραγματικά είναι απίστευτη.
Γι' αυτό μερικές φορές τα βράδια ξαναφέρνω στο νου μου και στα όνειρά μου τα παιδάκια των εξωγήινων. Αυτά που τόσο ήθελα να γνωρίσω και δεν τα κατάφερα. Αυτά που βαθιά μέσα μου ανομολόγητα βέβαια ελπίζω να γνωρίσω μία μέρα. Ας τα γνωρίσω και στα όνειρά μου. Όσο κι αν το σκέφτομαι με τη λογική μου δεν μπορεί. Σε αυτή την απεραντοσύνη δεν μπορεί να είμαστε μόνοι μας.
Ακόμα κι αν αυτό ακούγεται ως η μυθοπλασία ενός παιδιού.
Γράφτηκε στις 6 Ιανουαρίου 2011

Είναι ωραίο να είσαι παιδί


Της Χρυσαλίδας
Είναι ωραίο να είσαι παιδί. Χαίρεσαι με τα πάντα. Ακόμα και με αυτά που αντικειμενικά δεν είναι χαρούμενα γεγονότα. Όμως η ματιά των παιδιών, εκτός από αθώα και καθαρή, είναι και θετική.
Είναι αισιόδοξη. Έτσι, ένα παιδί χαίρεται τη θάλασσα, την παραλία και τα παιχνίδια στην άμμο, λέγοντας πως το καλοκαίρι είναι η καλύτερη εποχή του χρόνου.
Το ίδιο παιδί χαίρεται τις ανοιξιάτικες λιακάδες και τα παιχνίδια στους αγρούς, με την πεποίθηση ότι η άνοιξη είναι η καλύτερη εποχή του χρόνου. Λίγο αργότερα, τρέχει στα πρωτοβρόχια χαρούμενο, με τις σταγόνες της βροχής να τρέχουν στα μαλλιά και το πρόσωπό του και με τα παπούτσια του να γεμίζουν νερά, με τη βεβαιότητα ότι το φθινόπωρο είναι η καλύτερη εποχή του χρόνου.
Το ίδιο πάλι παιδί παίζει με τις χιονόμπαλες και κάνει τούμπες πάνω στο χιόνι με την ευτυχία ζωγραφισμένη στα μάτια του. Δεν σηκώνει καμία αμφιβολία. Εκείνη την ώρα πιστεύει βαθιά πως ο χειμώνας είναι η πιο καλή εποχή του χρόνου.
Χαίρεται και κλαίει ταυτόχρονα, το χαμόγελό του σκάει συνήθως μέσα από τα δάκρυά του και κανείς δεν μπορεί να καταλάβει πού βρίσκει αυτή την ανεξάντλητη ενέργεια. Όταν μεγαλώσει κανείς απλώς επιθυμεί να έχει αυτή την παιδιάστικη διάθεση που του επιβάλλει να τα βλέπει όλα θετικά και να χαμογελά και στα δύσκολα. Ωραίο είναι να είσαι παιδί.

Γράφτηκε στις 5 Ιανουαρίου 2011

Ο φίλος μου ο Ηλίας έμεινε πάντα παιδί



Tης Χρυσαλίδας
Ο Ηλίας είναι παλιός μου συμμαθητής. Ένα παιδί τρυφερό και ευαίσθητο από τα νηπιακά μας ακόμα χρόνια. Ήταν γελαστός, χαρούμενος και είχε ευμετάβλητη διάθεση. Όταν έπαιζε με τα παιδιά και κάτι τον στενοχωρούσε, πήγαινε σε μία γωνιά, έσκυβε το μικρό του κεφάλι και βούρκωνε.
Τα χρόνια περνούσαν, ο Ηλίας όμως κρατούσε εκείνη την ευαισθησία την παιδική. Μεγάλωνε, μα αυτό φαινόταν μόνο στο σώμα του, όχι στην ψυχή και στο βλέμμα του.
Μας ακολουθούσε ως τις Πανελλαδικές Εξετάσεις. Μια μέρα ο Ηλίας άργησε να έρθει. Δεν πρόλαβε να μπει στην αίθουσα. Τον βλέπαμε από μέσα να φωνάζει στην καγκελόπορτα. Μπήκαμε και γράψαμε. Όταν βγήκαμε ο Ηλίας δεν ήταν πια εκεί. Μας είπαν κάτι έπαθε. Δεν άντεξε την πίεση. Νευρικός κλονισμός.
Ο Ηλίας παρέμεινε παιδί. Η ζωή του σταμάτησε σε εκείνη την ημέρα. Τον είδα πριν από λίγες μέρες και μου 'λεγε για τα μαθήματα που του είχαν απομείνει να δώσει εικοσιπέντε χρόνια πριν. Ήταν που ήταν πολύ ευαίσθητος, είναι που είναι και η κοινωνία μας πολύ σκληρή και ο Ηλίας είπε να μείνει εκεί. Στα χρόνια λίγο μετά την εφηβεία, στα χρόνια που κυνηγούσαμε τους ανέμους και αγαπούσαμε τους ανθρώπους.
Τι κι αν πέρασαν τα χρόνια. Το σώμα μεγάλωσε κι άλλο, μα η ψυχή έμεινε εκεί. Και το μυαλό βυθισμένο σε ένα κόσμο που αντέχει να ζει. Άλλος ένας άνθρωπος από αυτούς που ονομάζουμε ψυχικά ασταθείς. Μήπως άραγε οι υπόλοιποι είμαστε καλά;

Γράφτηκε στις 4 Ιανουαρίου 2011

Ποιά είναι η Χρυσαλίδα

Η Χρυσαλίδα ήταν ένα μικρό κορίτσι που μεγάλωσε. Βρίσκεται στην πέμπτη δεκαετία της ζωής της πλέον και έχει αναμνήσεις, πολλές αναμνήσεις.
Οι αναμνήσεις της φιλοξενούνται ευκαιριακά στο ΕΚΡΗΚΤΙΚΟ (ekriktiko.gr) και τώρα συγκεντώνονται όλες μαζί στα ΚΡΗ .. ΤΙΒΙΣΜΑΤΑ.

Τρίτη 10 Ιουλίου 2012

Ο μαρτυριάρης βοσκός και το χωνάκι του Αη-Γιώργη

Οι αναμνήσεις μου διατηρούνται φρέσκιες κόντρα στους καιρούς που περνούν. Εικόνες ζωντανές και τρυφερές μιας αθωότητας, που χάθηκε ανεπιστρεπτί, και νόμιζα πως δεν άφησε τίποτα πίσω της.
Προχθές πηγαίνοντας στο ξωκλήσι του Αη-Γιωργιού είδα ξανά την γερόντισσα τυφλή γιαγιά μου να μας ψάχνει και να μας αντιλαμβάνεται, μόνο με τα μάτια της ψυχής της, κρυμμένα πίσω από τις αστιβίδες.
Ήταν μια παλιά συνήθεια στο χωριό, τα Σάββατα λίγο πριν «βουτήξει» ο ήλιος να ανηφορίζουμε στον Άη-Γιώργη τον Καλαμιάρη για να ανάψουμε τα καντήλια. Συνοδεύαμε την τυφλή γιαγιά, για να γίνουμε τα … μάτια της, πράγμα άχρηστο τελικά αφού η γιαγιά είχε χάσει την όραση της από παιδί κι έτσι είχε μάθει να «βλέπει» με άλλο τρόπο. Επειδή όμως ήμασταν παιδιά, κι όσο να πεις μια τεμπελιά την είχαμε, είχε και ρεγάλο η υπόθεση. Παγωτό χωνάκι αγορασμένο από μπακάλικο ή το καφενείο του χωριού.
Το δέλεαρ σοβαρό μεν, εμείς πονηρά δε παίρναμε το χωνάκι και παρατούσαμε τη γιαγιά στο έλεος του θεού, γυρίζοντας τα βουνά. Η γιαγιά δε μας μαρτυρούσε. Βρέθηκε όμως ένας μαρτυριάρης βοσκός. Και από τότε η ιστορία άλλαξε. Το παγωτό ερχόταν μετά τη βόλτα. Το ένα δηλαδή, αυτό που μας έπαιρναν οι γονείς μας, γιατί πριν ξεκινήσουμε η γιαγιά μας έδινε λεφτά και για άλλο. Έτσι ο μαρτυριάρης βοσκός μας είχε κάνει ένα ανέλπιστο δώρο! Λέτε να βοήθησε κι ο Αη Γιώργης;